Το παρόν άρθρο επιδιώκει να οριοθετήσει τη σχέση που ενδέχεται να έχει ο Πρόεδρος Donald Trump με την ευρωπαϊκή εμπειρία δεξιών λαϊκιστών, όπως ο Jean-Marie Le Pen και ο Jörg Haider παλαιότερα και ο Nigel Farage και η Marine Le Pen σήμερα. Καταγράφει τους αντικρουόμενους ορισμούς που προτείνονται σχετικά με την έννοια του λαϊκισμού και εξετάζει τον τρόπο με τον όποιο ο Ρεπουμπλικάνος Προεδρικός Υποψήφιος Donald Trump κέρδισε τις πρόσφατες αμερικανικές εκλογές της 8ης Νοεμβρίου 2016 χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα ρητορικά σχήματα, αλλά και πως αυτός παρουσιάστηκε από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τους διάφορους αναλυτές. Τέλος, γίνεται αναφορά στα πεπραγμένα του πρώτου χρόνου της διακυβέρνησής του σε αντιπαραβολή με την προεκλογική ρητορική του.
<p>Στον τρόπο που ποριστούν οι (δυτικο)ενρωπαϊκές κοινωνίες τους μετανάστες από τρίτες χώρες μεταπολεμικά, διακρίνεται η συνύφανση του ρατσιστικού και του εθνικιστικού λόγου. Το ζήτημα της παράστασης του «άλλου» τίθεται στην ελληνική κοινωνία στα τέλη της δεκαετίας του '80. Ως εκ τούτου, υπάρχει ένα κενό στα στοιχεία που αφορούν τις συνθήκες διαβίωσης, την πρόσληψη και την παράσταση των μεταναστών αλλά και των μειονοτήτων το διάστημα που προηγείται. Η παράσταση των μεταναστών από την ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια οικοδομείται στη βάση, εν μέρει, προϋπαρχόντων εθνικιστικών και φυλετικών στερεοτύπων που αναβιώνουν και αποκτούν επίκαιρες διαστάσεις με την αναρρίπιση του εθνικιστικού λόγου στα Βαλκάνια μετά το 1989. Στην πορεία αυτών των εξελίξεων, ο Βαλκάνιος εθνικός αντίπαλος βρίσκεται ως φτωχός μετανάστης, και ως εκ τούτου ως κατώτερος «άλλος», μέσα στην ελληνική εθνική κοινωνία.</p>
Greece has a high representation of the teaching profession by women so that the teaching profession is defined as a 'female'. On the contrary, in education management, the higher the hierarchical rise, the lower the participation rate of women, which raises concerns about the existence of equal opportunities for both sexes. A major obstacle to a teacher's professional development is the conflict between her work and family conflict. The purpose of this work was to investigate the impact of this conflict on her efforts to assume the role of Director, as well as the importance of certain actions to address the difficulties arising from the conflict. The principles of quantitative research were used to conduct the survey and sample research planning was followed. The research tool was the questionnaire and the sample consisted of 117 female teachers. The results of the survey highlighted family responsibilities as a major obstacle to the advancement of female teachers and confirmed the great extent to which all forms and dimensions of conflict between the two roles, with the exception of behaviour, are experienced. Finally, the crucial importance of the functioning of a social welfare framework as well as counselling/training support for teachers has been identified. ; Στην Ελλάδα παρατηρείται υψηλή εκπροσώπηση του εκπαιδευτικού επαγγέλματος από γυναίκες ώστε το διδασκαλικό επάγγελμα να οριοθετείται ως «γυναικείο». Αντίθετα, στη διοίκηση της εκπαίδευσης, όσο υψηλότερα ανεβαίνουμε ιεραρχικά, τόσο μικρότερο είναι το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών, γεγονός που εγείρει προβληματισμό αναφορικά με την ύπαρξη ίσων ευκαιριών για τα δύο φύλα. Ένα σημαντικότατο εμπόδιο που συναντά μια εκπαιδευτικός στην προσπάθειά της να ανελιχθεί επαγγελματικά είναι εκείνο της σύγκρουσης ανάμεσα στον επαγγελματικό και οικογενειακό της ρόλο (work and family conflict). Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση του αντίκτυπου που έχει η σύγκρουση αυτή στην προσπάθεια της να αναλάβει το ρόλο της διευθύντριας, καθώς και της σημασίας που ...
Το εγκληματικό φαινόμενο μεταβάλλεται με το χρόνο και διαφέρει ανάλογα με τον τόπο, πράγμα που δυσκολεύει τη διεξαγωγή της συγκριτικής έρευνας στον τομέα της Εγκληματολογίας.
Το κείμενο εξετάζει από ανθρωπολογική σκοπιά την περίπτωση μιας συλλογικότητας που οργανώνεται γύρω από την εθελοντική δράση. Το φαινόμενο δεν προσεγγίζεται με γνώμονα την έννοια της «κοινωνίας πολιτών», όπως συνήθως γίνεται, αλλά μέσα από την κατηγορία της κοινωνικότητας και της πολιτισμικής συγκρότησης των κοινωνικών σχέσεων. Η δε «κοινωνία πολιτών» θεωρείται μέρος του φαινομένου και όχι άξονας ανάλυσης. Αναδεικνύεται η συνάφεια ανάμεσα σε αυτές τις σύγχρονες μορφές συλλογικότητας με άλλες μορφές εξω-οικιακής κοινωνικότητας που έχουν ιστορικά παρατηρηθεί και οι οποίες εδράζονται σε ιδεολογίες ανιδιοτέλειας. Έτσι, υποστηρίζεται ότι το φαινόμενο συνιστά μετασχηματισμό πολιτισμικών σχημάτων που οργανώνουν την κοινωνικότητα και όχι ένδειξη μιας τομής που παρουσιάζεται στην κοινωνική ζωή του τόπου απ'τη δεκαετία του 1990 κι έπειτα.
<p>Η εξατομίκευση είναι το πιο σημαντικό φαινόμενο στις σχέσεις ατόμου και κοινωνίας στην ύστερη νεωτερικότητα. Στην τηλεοπτική επικοινωνία εκδηλώνεται με έντονο τρόπο, νέες μορφές και μέσα επικοινωνίας. Ταυτόχρονα, η τηλεοπτική επικοινωνία είναι ένας από τους ισχυρότερους παράγοντες διεύρυνσης της εξατομίκευσης σε άλλες μορφές κοινωνικής δράσης. Η αναστοχαστική κοινωνιολογία (reflexive sociology) ερμηνεύει το φαινόμενο ως ουσιώδες γνώρισμα της αυτενεργού συγκρότησης του εαυτού στην ύστερη νεωτερικότητα. Νέοι, όμως, περιορισμοί της ανθρώπινης συμπεριφοράς αναδύονται την περίοδο αυτή, που προέρχονται από την κεντρική θέση του εμπορεύματος-συμβόλου, της συμβολικής αξίας και του πολιτισμού της εικόνας στην κοινωνική οργάνωση. Ή είναι η διαδικασία διαμόρφωσης μιας νέου τύπου ατομικότητας που χαρακτηρίζει την ύστερη νεωτερικότητα. Το άτομο αποκτά αισθητική αντίληψη για την ηθική, είναι ενεργό αλλά κυρίως στις καταναλωτικές του δραστηριότητες, παροντοποιεί το παρελθόν, ενδιαφέρεται πρώτιστα για την καθημερινότητα, προσεγγίζει την εξουσία και τις συλλογικότητες με όρους παιχνιδιού. Ο εαυτός χάνει τη συνεκτική του ενότητα και το άτομο χάνει την ικανότητα να θέτει τον εαυτό του στη θέση των άλλων.</p>
<p>Ο μεταφεμινισμός, ως ένα διακριτό πολιτισμικό φαινόμενο, αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης τόσο εντός της επιστημονικής και φεμινιστικής σκέψης, όσο και στη δημόσια συζήτηση γενικότερα. Οι συγκεκριμένης δομής φωτογραφίες τύπου «σουφρωμένα χειλάκια» (duckface) αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα αναπαραγωγής μιας εκδοχής του μεταφεμινιστικού Λόγου στο σύγχρονο επικοινωνιακό περιβάλλον. Μέσω της εν λόγω περίπτωσης, επιδιώκεται να προσδιοριστεί η συμβολή της μεταφεμινιστικής αισθητικής στην αναπαραγωγή ενός «μεταφεμινιστικά προσανατολισμένου σεξισμού».</p>
Η μελέτη αυτή αποσκοπεί στη διερεύνηση των κοινωνικών διαστάσεων και επιπτώσεων της πολιτικής για την κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Προς το σκοπό αυτό, διεξάγεται η συγκριτική αποτύπωση της συμβολής των ελληνικών περιφερειών στην κλιματική αλλαγή και επιχειρείται η χαρτογράφηση της τρωτότητάς τους στους περιβαλλοντικούς κινδύνους, αλλά και στις επιπτώσεις των περιβαλλοντικών πολιτικών. Από την παρουσίαση και συζήτηση όσον αφορά την εξέλιξη της ελληνικής περιβαλλοντικής φορολογίας αναδεικνύεται το κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο της στρεβλής εφαρμογής αυτών των οικονομικών εργαλείων πολιτικής, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας.
<p>Αντικείμενο του άρθρου αποτελεί η εξέταση των αλλαγών που έχουν επέλθει κατά την τελευταία εικοσαετία στον τομέα του ατομικού και συλλογικού εργατικού δικαίου, και ειδικότερα η εκτίμηση του τρόπου κατά τον οποίο οι μεταβολές αυτές οδηγούν τελικά στην επανασυμβατικοποίηση του δικαίου αυτού..<br />Είναι βέβαιο ότι εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας γεννάται ένα νέο δίκαια της εργασίας. Εάν η πραγματικότητα αυτή συνεπάγεται και το τέλος του κλασικού εργατικού δικαίου, αυτό αποτελεί φαινόμενο το οποίο θα πρέπει να διερευνηθεί σχολαστικά ώστε να δοθεί αντικειμενικά ασφαλής και οριστική απάντηση.</p>
Στο παρόν άρθρο εξετάζεται το πρόβλημα της πολιτικοποίησης ή «κομματικοποίησης» της ελληνικής δημόσιας διοίκησης στο παράδειγμα των υπηρεσιακών συμβουλίων, ενός θεσμού που προβλέφθηκε με σκοπό να εξασφαλίσει τη μονιμότητα και την επαγγελματική ακεραιότητα των δημόσιων υπαλλήλων. Η σύνθεση των υπηρεσιακών συμβουλίων έλαβε ποικίλες μορφές στην πάροδο του χρόνου αντανακλώντας αντίστοιχες πολιτικές συγκυρίες και σκοπιμότητες. Στην εργασία αυτή διερευνάται κατά πόσον εξακολουθεί να διαπιστώνεται το φαινόμενο των πελατειακών σχέσεων τόσο στην επιλογή των μελών των υπηρεσιακών συμβουλίων όσο και στη δυνατότητα πρόωρης λήξης της θητείας τους, σε συνάρτηση με τα πρόσφατα μεταρρυθμιστικά εγχειρήματα (2010-2017) για την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων.
<p>Την τελευταία δεκαετία παρατηρείται αύξηση των απλήρωτων υπερωριών στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Το φαινόμενο αυτό επιζητεί εξήγηση, αφού σύμφωνα με την επικρατούσα οικονομική θεωρία δεν θα έπρεπε να παρατηρείται απλήρωτη εργασία. Στη διεθνή βιβλιογραφία έχουν προταθεί εναλλακτικές θεωρητικές ερμηνείες με ταυτόχρονη προσπάθεια για την εμπειρική τους τεκμηρίωση. Στο παρόν άρθρο γίνεται μια κριτική αποτίμηση των θεωρητικών αυτών εξηγήσεων και πραγματοποιείται οικονομετρική εκτίμηση των παραγόντων που οδηγούν τους Έλληνες εργαζόμενους να πραγματοποιούν απλήρωτες υπερωρίες. Με βάση τα ευρήματα της εμπειρικής διερεύνησης αποτιμώνται οι εναλλακτικές θεωρητικές ερμηνείες του φαινομένου αλλά και οι επιπτώσεις από πολιτικές για το χρόνο εργασίας στην Ελλάδα.</p>
Το παρόν άρθρο εξετάζει το μεταναστευτικό φαινό-μενο στην Ελλάδα κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια.Πράγματι, οι οικονομικοί μετανάστες στην Ελλάδα,παρά τις ελλείψεις που παρουσιάζουν τα επίσημαστατιστικά στοιχεία, υπερβαίνουν το ένα εκατομμύ-ριο ατόμων και το μεταναστευτικό φαινόμενο στηνχώρα αποτελεί ένα σημαντικό πεδίο ανάπτυξηςπολιτικών αναφορικά κυρίως με τον σχεδιασμό καιτην υλοποίηση μίας ολοκληρωμένης μεταναστευτι-κής πολιτικής με άξονα την νομιμοποίηση και τηνένταξη των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία.Η αναγκαιότητα αυτή προκύπτει από την εικοσα-ετή ύπαρξη του μεταναστευτικού φαινομένου στηνΕλλάδα και από τις εξελίξεις που συντελούνται στοσυγκεκριμένο φαινόμενο, αναφορικά με την εκπαί-δευση, την απασχόληση, το εισόδημα, την κοινω-νική ασφάλιση, την υγεία, την κατοικία, την νομι-μοποίηση και την ένταξη των μεταναστών τα οποίαβρίσκονται στον πυρήνα των δημόσιων πολιτικών.Όμως αξίζει να σημειωθεί ότι το μέγεθος και ηπολυπλοκότητα του μεταναστευτικού φαινομένουαπαιτεί την άσκηση δημόσιων πολιτικών με ένατρόπο συνολικό και όχι μερικό και αποσπασματικό,ο οποίος αποδυναμώνει, σε σημαντικό βαθμό, τηναποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση των κοινω-νικών, οικονομικών και πολιτικών παραμέτρων τηςμετανάστευσης. Πράγματι, προς την κατεύθυνσηαυτή συνηγορεί, εκτός των άλλων, και η σημασία τουρόλου των μεταναστών στον πληθυσμό, στο εργατικόδυναμικό και γενικότερα στην ελληνική οικονομία. ; The present paper examines immigrationin Greece over the past two decades.Economic immigrants in Greece, despitethe absence of reliable offi cial data, exceedone million, while immigration has leadto the development of policies relatingto the planning and implementation ofa coherent immigration policy centeredon the legalization and the integrationof immigrants in the Greek society. Thisnecessity stems from the twenty year oldexistence of immigration in Greece as wellas from a series of developments affectingcore public policies such as education,employment, income, social insurance,health care, residence, legalization andintegration of immigrants.Nonetheless, it should be pointed out,that the size and the complexity of thephenomenon requires the developmentof a coherent policy that will in turnenhance effectiveness in tackling thesocial, economic, and political aspectsof immigration. In addition, the role ofimmigrants in society, the labor marketand the economy constitutes a furtherpoint towards that direction.
Στο άρθρο αυτό εισηγούμαστε την ιδέα ότι η αξίωση αιτιακής γνώσης είναι το επιστημολογικό πλαίσιο το οποίο διαφοροποιεί τα ερευνητικά σχέδια μελέτης περίπτωσης από τα ερευνητικά σχέδια βιογραφικών μεθόδων, αφηγηματικής και εθνογραφικής έρευνας, σε καθένα από τα οποία προκρίνεται διαφορετικό είδος αξίωσης γνώσης. Αντλώντας από την κοινωνική οντολογία του Κριτικού Ρεαλισμού, προτείνεται η θέση ότι αιτιακή γνώση κομίζεται μέσα από την τυπολογική θεωρία και τους σχεσιακούς μηχανισμούς. Αναπτύσσουμε μια τυπολογία των ερευνητικών σχεδίων μελέτης περίπτωσης ανάλογα με το αν υπάρχει ή όχι θεωρία για τις συνθήκες και τα αποτελέσματα στα οποία ξεδιπλώνεται το υπό εξέταση φαινόμενο σε σχέση με την οποία (θεωρία) πριμοδοτούνται συγκεκριμένα είδη δειγματοληψίας. Έμφαση δίνεται στους λόγους για τους οποίους οι μελέτες περίπτωσης είναι ένα ισχυρό μεθοδολογικό εργαλείο οικοδόμησης θεωρίας και παραγωγής νέας γνώσης.
Το άρθρο ασχολείται με τη γνωστή παραδοχή ότι ο πόλεμος στη σύγχρονη εποχή, στον κόσμο που ανέτειλε πριν από μερικούς αιώνες στην Ευρώπη για να εξαπλωθεί στη συνέχεια σε ολόκληρο τον πλανήτη, έχει χαρακτηριστικά διαφορετικά από όλους τους μέχρι τότε πολέμους. Είναι όμως διαφορετικός, υποστηρίζεται στο άρθρο, όχι μόνον για τους γνωστούς λόγους (από την άποψη, δηλαδή, της τεχνολογίας, της μαζικότητας και της καταστροφικότητάς του), αλλά και επειδή έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος (ο σύγχρονος άνθρωπος) αντιλαμβάνεται τα αίτιά του και τη θεραπεία τους - επειδή, με άλλα λόγια, όλοι μας τρέφουμε πλέον μιαν άλλη, διαφορετική από τις παραδοσιακές, αντίληψη για το φαινόμενο του πολέμου, επειδή έχουμε μια νεοτερική, ιδεολογική εικόνα του πολέμου, μια εικόνα αναπόδραστα επηρεασμένη από τις σύγχρονες ιδεολογίες.
<p>Το άρθρο αποτελεί μια επιλεκτική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας σε σχέση με τη θυματοποίηση στο σχολικό περιβάλλον. Αναφέρονται οι ορισμοί της θυματοποίησης, η έκταση του φαινομένου, οι διάφορες μορφές της θυματοποίησης, τα χαρακτηριστικά των θυτών, τα χαρακτηριστικά των θυμάτων, τα μέρη του σχολικού χώρου όπου συνήθως λαμβάνει χώρα. Ακόμη, παρουσιάζονται οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις της θυματοποίησης και οι τυχόν διαφορές που υπάρχουν σύμφωνα με την ηλικία, οι θεωρητικές προσεγγίσεις που έχουν επιχειρήσει να ερμηνεύσουν το φαινόμενο αυτό, ενώ μεθοδολογικά εξετάζονται οι τρόποι και οι κλίμακες που καταγράφουμε τη θυματοποίηση. Τέλος, παρουσιάζονται οί παρεμβάσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα και επιχειρείται μία πρώτη αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς τους. Προτείνονται τρόποι αντιμετώπισης της θυματοποίησης σε επίπεδο σχολικής μονάδας, σχολικής τάξης αλλά και σε ατομικό επίπεδο.</p>